
Η Νότια (μέχρι το 1940 Νώτια) είναι χωριό του Δήμου Αλμωπίας, της περιφερειακής ενότητας (πρώην νομού) Πέλλας, στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, η Νότια έχει 295 κατοίκους. Βρίσκεται σε υψόμετρο 595 μέτρων, στους πρόποδες του όρους Τζένα. Στην τοπική ενότητα Νότιας υπάγεται και ο οικισμός Αετοχώρι. Ανήκε στα βλαχομογλενίτικα χωριά.
Ιστορία
Στο χωριό έχουν βρεθεί ευρήματα της ρωμαϊκής εποχής, μια ανάγλυφη πλάκα η οποία απεικονίζει τετραμελή οικογένεια, ένα μαρμάρινο ανάγλυφο με νεκρόδειπνο στο κάτω μέρος και τρεις μορφές στο άνω, τμήμα κορμού αγάλματος ελληνιστικής εποχής και νόμισμα με τη μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Επίσης, έχουν περιγραφεί ότι αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη είχαν ενσωματωθεί στα τζαμιά του χωριού.
Το χωριό έχει ταυτοποιηθεί από τον Delacoulonche με το βυζαντινό χωριό Ενώτια ή Νώτια. Το τοπωνύμια αυτό αναφέρεται από τον Γεώργιο Κεδρηνό, στον 11ο αιώνα, όταν κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του κάστρου των Μογλένων, ο Βασίλειος Β΄ απελευθέρωσε το φρούριο της Ενωτιάς. Το φρούριο αυτό θεωρείται ότι βρίσκεται στο ύψωμα Καστρί, όπου σώζεται ερειπωμένη οχυρωματική γραμμή. Η ονομασία Ενώτια προέρχεται από το ενώτιο, το σκουλαρίκι. Το χωριό διατήρησε το όνομά του κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Επίσης αναφέρεται από τον Ιωάννη Καντακουζηνό ανάμεσα στα φρούρια που παραδόθηκαν το 1350 μετά την ανάκτηση της Έδεσσας από τον Στέφανο Δουσάν.
Το χωριό ήταν έδρα της επισκοπής Μογλένων, η οποία το 1719 ανυψώθηκε σε Μητρόπολη, αλλά ο πληθυσμός του χωριού εξισλαμίστηκε το 1759. Στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής. Το 1912 κατοικούνταν από περίπου 3.250 μουσουλμάνους Βλάχους και 150 χριστιανούς Τσιγγάνους. Ο Weigand αναφέρει ότι είχε 450 σπίτια και ότι οι κάτοικοί του ασχολούνταν με τη γεωργία και την αγγειοπλαστική. Στην απαρίθμηση του 1913 είχε 3.442 κατοίκους και στην απογραφή του 1920 είχε 1.697 κατοίκους. Με την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923, ο μουσουλμανικός πληθυσμός μετανάστευσε υποχρεωτικά στην Τουρκία και στη Νότια εγκαταστάθηκαν 184 προσφυγικές οικογένειες από τον Πόντο. Στην απογραφή του 1928 είχε 704 κατοίκους και στην απογραφή του 1940 ο πληθυσμός του είχε αυξηθεί σε 1.098.
Κατά την περίοδο της Κατοχής (1941 – 1945, Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος) τα χωριά ήταν υπό γερμανική κατοχή. Στη μεθόριο της Δημοκρατίας των Σκοπίων ήταν βουλγαρικές δυνάμεις οι οποίες συνεχώς έκαναν επιδρομές κατά του άμαχου πληθυσμού. Σε μια από αυτές στις 17 Ιανουαρίου 1944 εισέβαλε στην περιοχή μια ταξιαρχία βουλγαρικών στρατευμάτων και στη διαδρομή σκότωσε 7 άτομα από τον άμαχο πληθυσμό του χωριού Περίκλεια. Στην συνέχεια κινήθηκαν προς το χωριό Λαγκαδιά, εκεί σκότωσαν τον εθνομάρτυρα και Μακεδονομάχο παπά Νώε και 17 κατοίκους. Στις 22 Ιανουαρίου η βουλγαρική ταξιαρχία έφτασε στο χωριό Νότια. Εκεί αφού συγκέντρωσαν με διάφορα τεχνάσματα όλους τους άντρες του χωριού τους μετέφεραν στην τοποθεσία «Άσπρα Χώματα» τους έβαλαν να σκάψουν έναν ομαδικό τάφο, τους σκότωσαν και τους έριξαν μέσα. Από τότε η τοποθεσία αυτή ονομάζεται «Σαράντα Σκοτωμένοι» από τους 40 αγωνιστές που θάφτηκαν εκεί.
Η Νότια ήταν έδρα ομώνυμης κοινότητας και με το πρόγραμμα Καποδίστριας, ο οικισμός προσαρτήθηκε στον δήμο Εξαπλατάνου το 1997. Με το πρόγραμμα Καλλικράτης, προσαρτήθηκε στον Δήμο Αλμωπίας.
Το Αετοχώρι (μέχρι το 1925 Τούσιν) είναι οικισμός του Δήμου Αλμωπίας της περιφερειακής ενότητας Πέλλας στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, έχει 25 κατοίκους. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός ορεινός οικισμός.
Γεωγραφία
Το Αετοχώρι βρίσκεται στα ορεινά της Αλμωπίας του νομού Νομού Πέλλας σε υψόμετρο 680 μέτρα. Βρίσκεται στα σύνορα με τη Βόρεια Μακεδονία σε απόσταση 22 χλμ. ΒΑ. από την Αριδαία (έδρα του δήμου) και 116 χλμ. ΒΔ. από την Θεσσαλονίκη.
Στα βορειοδυτικά του οικισμού βρίσκεται ο ορεινός όγκος Πίνοβο, το οποίο μαζί με τον γειτονικό του Τζένα αποτελούν περιοχές ιδιαίτερου αλπικού κάλλους, και εντάσσονται στο Δίκτυο Φύση 2000 (NATURA2000). Η συνολική έκταση της περιοχής ειδικής προστασίας, ανέρχεται στα 20.066,86 εκτάρια (ha). Ο ορεινός όγκος του Βόρα μαζί με τα γειτονικά βουνά του Πίνοβο, της Τζένα και Πάικο συνθέτουν το ορεινό τόξο της Αλμωπίας, το οποίο μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’90 δεν ήταν επαρκώς ερευνημένο. Η ορνιθολογική σημασία της περιοχής είναι μεγάλη, καθώς τα υπάρχοντα στοιχεία την κατατάσσουν ως μία από τις σημαντικότερες περιοχές για αρπακτικά πουλιά στην Ελλάδα, αλλά και για άλλα σπάνια είδη. Μεταξύ άλλων απαντώνται και Carduelis carduelis, Carduelis spinus, Carduelis cannabina, Parus ater, Parus (Cyanistes) caeruleus, Carduelis chloris, Corvus corone cornix κ.α.
Πηγή: wikipedia